Τρίτη 12 Απριλίου 2016

"Πράσινα" κτίρια ή πράσσειν άλογα;




Η είδηση δημοσιεύτηκε τον περασμένο φλεβάρη στην ιστοσελίδα του δήμου Άρτας και μάλλον πέρασε απαρατήρητη από τα τοπικά μέσα ενημέρωσης. Ο δήμος Άρτας αποτελεί πλέον μέλος του λεγόμενου «Συμφώνου των Δημάρχων», μιας συμφωνίας που εξελίσσεται «στο πλαίσιο της δέσμευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) κατά τουλάχιστον 20% έως το 2020». Μάλιστα στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας ο δήμος θα έχει πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία που θα τον διευκολύνουν να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών  CO2.

Διαβάζοντας αυτή την είδηση για πρώτη φορά χάρηκα γιατί σκέφτηκα πως ο δήμος εισέρχεται σε μια λογική περιορισμού των εκπομπών του. Ωστόσο στη δεύτερη ανάγνωση που είχε κοπεί η χαρά γιατί θεώρησα την όποια μελλοντική προσπάθεια ανεδαφική και θα εξηγήσω πάραυτα γιατί. Γνωρίζει ο δήμαρχος κ. Τσιρογιάννης πόσους τόνους CO2 εκπέμπουν ετησίως οι δραστηριότητες του δήμου; Έχει μετρήσει κάποιος της εκπομπές και δεν το ξέρουμε; Πώς είναι δυνατόν να μειώσεις κατά τουλάχιστον 20% τις εκπομπές σου αν δεν ξέρεις το μέγεθός τους και ποιες είναι οι κύριες πηγές (π.χ φωτισμός, θέρμανση ή μεταφορές); Ο δήμος είναι σαν έναν άνθρωπο που μας υπόσχεται πως θα χάσει 20% του βάρους του αλλά δεν έχει ανέβει ποτέ στη ζωή του πάνω στη ζυγαριά. Δηλαδή πρέπει να χάσει 15, 20 ή 30 κιλά; Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στο πως διαμορφώνονται ανά τομέα παγκοσμίως οι εκπομπές CO2.

Το διακυβερνητικό πάνελ του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (ΙPCC) διεξάγει σε τακτά χρονικά διαστήματα μελέτες που αφορούν τη μεταβολή του κλίματος. Σύμφωνα με μια έρευνα που έκανε το 2014 [1], το έτος 2010 ο κλάδος με τις μεγαλύτερες εκπομπές ήταν η παραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας (25%) ενώ ακολουθούσαν ο αγροτικός (AFOLU, 24%) και η βιομηχανία (21%) (βλέπε Εικόνα 1).  

Εικόνα 1: Εμπομπές CO2 ανά οικονομικό κλάδο. [1]


 Στο παρόν άρθρο θα περιοριστώ στον κλάδο που έρχεται πρώτος στις εκπομπές CO2, αυτόν της παραγωγής θερμότητας και ενέργειας. Ωστόσο αντί να εστιάσω στο πως η παραγωγή ενέργειας επιβαρύνει το περιβάλλον, θα επικεντρώσω στα ωφέλη που έχει η εξοικονόμηση ενέργειας. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό [2], οι κάτοικοι σπιτιών που είναι ενεργειακά αναποτελεσματικά (έχουν κακή μόνωση ή μπόιλερ που είναι παλιό) είναι πιθανότερο να κρυολογήσουν ή να νοσήσουν από ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος. Αυτή η ενεργειακή φτώχεια έχει αρνητική επίδραση και στην ψυχολογία των κατοίκων καθώς πολλά νοικοκυριά αδυνατούν να καλύψουν επαρκώς τις ανάγκες θέρμανσης. Αυτό σημαίνει πρόσθετη επιβάρυνση του συστήματος υγείας καθώς συχνές οι άνθρωποι αυτοί έχουν ανάγκη από περίθαλψη.   Από περιβαλλοντική άποψη, είναι προφανές ότι ενεργειακά αναποτελεσματικά νοικοκυριά σπαταλούν πόρους για πρόσθετη θέρμανση και παράγουν εκπομπές CO2 που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. 

Τα προηγούμενα επιχειρήματα αποχτούν πρόσθετη σημασία όταν εξετάζουμε μεγαλύτερα συστήματα όπως σχολικές μονάδες και άλλα δημόσια κτήρια. Έχει σκεφτεί κάποιος πόσα χρήματα θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν αν τα σχολεία μας είχαν διπλά τζάμια και θερμοστάτες που θα επέτρεπαν την κεντρική διαχείριση της θέρμανσης; Μήπως μόνο η εξοικονόμηση ενέργειας από δημοτικά κτίρια θα ήταν αρκετή για να περιορίσει ο δήμος τις εκπομπές του σε CO2 όπως προκύπτει από τις δεσμεύσεις του;

Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) έχει νομοθετήσει θεσμικό πλαίσιο σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και ανάλογα με την απόδοσή τους εκδίδεται το λεγόμενο πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης (ΠΕΑ). Τα κτίρια κατατάσσονται σε ενεργειακές κατηγορίες με βάση το εξής κριτήριο: “Το πηλίκο της υπολογιζόμενης κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας (kWh/m2) του εξεταζόμενου κτιρίου προς την υπολογιζόμενη κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας του κτιρίου αναφοράς (kWh/m2) αποτελεί το κριτήριο για την κατάταξη του κτιρίου στην αντίστοιχη κατηγορία ενεργειακής απόδοσης (Α+, Α, Β+, Β, Γ - Η)” [3] όπου Α+ είναι τα ενεργειακά αποδοτικότερα κτίρια και Η τα πιο ενεργοβόρα. Σύμφωνα λοιπόν με μελέτη του ΥΠΕΚΑ [3], επί δημόσιων κτιρίων για τα οποία εκδόθηκε ΠΕΑ το 2015,  52,33% είχε μέτρια απόδοση (κατηγορίες Γ-Δ), 33,53% κακή (κατηγορίες Ε-Η) ενώ μόλις το 14,14% καλή (κατηγορίες Α-Β). Η ίδια μελέτη κάνει ειδική μνεία για την ενεργειακή αναβάθμιση σχολικών και λοιπών δημοτικών κτιρίων που εντάχθηκαν στα σχετικά προγράμματα ΕΠΠΕΡΑΑ και επίσης επιβεβαιώνει πως “στα δημόσια κτίρια, το μεγαλύτερο ποσοστό ενέργειας καταναλώνεται για την κάλυψη αναγκών σε θέρμανση”.

Σύμφωνα με τα παραπάνω διαπιστώνουμε πως υπάρχει τεράστιο πεδίο για την ενεργειακή αναβάθμιση των δημοτικών κτηρίων και ταυτόχρονα υπάρχουν τα απαραίτητα προγράμματα για την υποστηρίξουν. Η εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να είναι μια συνειδητή επιλογή τόσο για εξοικονόμηση οικονομικών πόρων όσο και για την προστασία του περιβάλλοντος. Μένει πλέον να δούμε αν η δημοτική αρχή είναι πραγματικά δεσμευμένη προς αυτή την κατεύθυνση ή αν απλά εκδίδει δελτία τύπου για το θεαθήναι…


Πηγές
1.       Technical Summary. In: Climate Change 2014: Mitigation of Climate Change. Contribution of Working Group III to the Fifth Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change
2.       R. Armstrong et al., The frontiers of energy, Nature Energy 1, Article number: 15020 (2016)
3.       Πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης κτιρίων: Στατιστική ανάλυση για το έτος 2015 (Μάρτιος 2016)