Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Γράμμα από τη Σουηδία: Η Εκκλησία στη γωνιά της





Αν κάτι μπορεί να κάνει αισθητή εντύπωση σε ένα Έλληνα της Σουηδίας είναι η λειτουργία της Εκκλησίας. Κατ’ αρχήν η Αρχιεπίσκοπος της Σουηδίας είναι γυναίκα! Ναι, καλά διαβάσατε. Μάλιστα σε ένα περιοδικό της εκκλησίας δήλωσε ότι μια από τις αγαπημένες της ασχολίες στο ελεύθερο χρόνο της είναι να παίζει με τα εγγόνια της! Στην Εκκλησία της Σουηδίας αντιλαμβάνονται τη θρησκευτικότητα με όρους πολύ διαφορετικούς από αυτούς με τους οποίους έχουμε γαλουχηθεί στην Ελλάδα. Οι ιερωμένοι είναι άνθρωποι της διπλανή πόρτας που ο ρόλος τους μοιάζει περισσότερο συμβουλευτικός παρά καθοδηγητικός. Δεν θα επεκταθώ περισσότερο σε θέματα θρησκευτικής φύσης γιατί δεν τα γνωρίζω. Παρόλα αυτά η παρουσία της Εκκλησίας είναι αισθητή αλλά αυτή δεν αναδεικνύεται επ’ ουδενί μέσω της ανάμειξής της με την πολιτική. Εδώ στη Σουηδία δεν θα δείτε ποτέ στην τηλεόραση κληρικούς να συναναστρέφονται με πολιτικούς. Ο καθένας κάνει τη δουλειά στην οποία έχει ταχθεί. Σας φαίνεται μια εικόνα διαφορετική από αυτά που έχουμε συνηθίσει;

Μάλλον ναι… Στην Ελλάδα ο νεοεκλεγής πρωθυπουργός μας σπεύδει να φιλήσει το χέρι του Αρχιεπισκόπου μπροστά στις κάμερες. Παράλληλα δε διστάζει να αποπέμψει το Φίλη από το υπουργείο Παιδείας όταν ο τελευταίος δεν τις επιθυμίες του Ιερώνυμου. Ο πειθήνιος υποτακτικός της Εκκλησίας Καμμένος σπεύδει να διαβεβαιώσει πως θα ρίξει την κυβέρνηση αν διαρραγούν οι σχέσεις της με την Εκκλησία. Τέλος ο υποψήφιος επόμενος πρωθυπουργός Μητσοτάκης επισκέπτεται το Άγιο Όρος και προσεύχεται στην Παναγία για να λυθούν τα προβλήματα της χώρας. Αλήθεια τότε αυτός τι χρειάζεται; Ποταπές συμπεριφορές που παραπέμπουν σε κράτος θεοκρατικό, τύπου Ιράν…

Η ελληνική Εκκλησία προσφέρει έργο στην κοινωνία αλλά αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη να διαχωριστεί από το κράτος. Η εκκλησία ως ένας γνήσιος συντηρητικός θεσμός θα πρέπει να αφεθεί να κάνει το έργο της και να καταλάβει πως δεν υφίσταται για να παράγει πολιτική. Η κοινωνία έχει ανάγκη από πολιτική που να τη βοηθά να πάει μπροστά κι όχι τα ομοφοβικά κηρύγματα μίσους του μητροπολίτη Αμβρόσιου ως πολιτικό σχόλιο.

Αν μας διδάσκουν κάτι οι λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες (π.χ Γαλλία, Σουηδία, Ελβετία) είναι ότι οι πολιτικοί είναι για τα λύνουν τα καθημερινά προβλήματα και να σχεδιάζουν το μέλλον της χώρας και η Εκκλησία για να ασχολείται με τις θρησκευτικές ανάγκες των πιστών της. Επίσης οι προηγμένες κοινωνίες μπορούν να ενσωματώνουν ανθρώπους με διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα χωρίς να τους ρωτούν αν είναι χριστιανοί, μουσουλμάνοι ή ινδουιστές. Συνεπώς είναι καιρός να αρχίσουμε να συζητάμε ένα δίκαιο αίτημα: το πλήρη διαχωρισμό της Εκκλησίας και του ελληνικού κράτους. Κι αν σε κάποιους φαίνεται το αίτημα αυτό άκαιρο, δεν είναι. Η Ελλάδα μπορεί να σταθεί επάξια στο παγκόσμιο στερέωμα αρκεί να ξαναεφεύρει το εαυτό της. Ένα πρώτο βήμα είναι η χειραφέτηση του κράτους από την Εκκλησία και τούμπαλιν.

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Άρτα: ενάμισυ χρόνο μετά…




Είχα καιρό να επιστρέψω στην Άρτα για διακοπές. Λίγο οι υποχρεώσεις που προέκυπταν στη Σουηδία, λίγο άλλοι λόγοι και το κοντέρ έφτασε να γράφει έναμισυ χρόνο μακρυά… Επιστρέφοντας λοιπόν στην Άρτα είχα πραγματικά την απορία αν άλλαξε κάτι στην πόλη αισθητά. Κάνοντας τις πρώτες βόλτες στο κέντρο η πρώτη απάντηση που έδινα ήταν πως όλα ήταν όπως τα άφησα. Ήταν σα να μην είχα λείψει ούτε μια μέρα. Ωστόσο η μητέρα μου μου μετέφερε το “αίτημα” της φαρμακοποιού της γειτονιάς μου, της κυρίας Αλεξάνδρας να γράψω ένα άρθρο σχετικά με τις μεταβολές που διαπίστωσα στην πόλη. Παίρνοντας αυτό το ερέθισμα άρχισα να εξετάζω το ερώτημα που προέκυψε από αυτό το “αίτημα” με μεγαλύτερη προσοχή. Έτσι, σε αυτό το άρθρο θα αποτυπώσω ορισμένες σκέψεις που κινούνται σε δύο άξονες: την τοπική οικονομία και τις νοοτροπίες που καθορίζουν την συμπεριφορά των ανθρώπων στην πόλη. Ας ξεκινήσω με την τοπική οικονομία.

Η πρώτη μου εντύπωση ήταν πως ο εμπορικός δρόμος της οδού Σκουφά είχε περισσότερα ξενοίκιαστα μαγαζιά από πριν. Είναι όμως αυτό πραγματικά το μεγάλο πρόβλημα της περιοχής; Η αγορά της Άρτας πάντοτε στηριζόταν από τους αγροτικούς πληθυσμούς που ζουν στα περίχωρα της πόλης. Όταν δηλαδή ο κάμπος “πηγαίνει καλά” τότε κι η αγορά δουλεύει. Γι’ αυτό ίσως δεν έχει τόσο νόημα να ρωτάμε αν τα μαγαζιά έχουν δουλειά αλλά μάλλον πρέπει να ανησυχούμε αν πάει καλά η αγροτική παραγωγή. Έχουν τα κίνητρα και την υποστήριξη οι αγρότες να παράγουν, να εξάγουν και να είναι ανταγωνιστικοί οι αγρότες; Ίσως αυτή η ερώτηση θα έπρεπε να μας απασχολεί αλλά φαίνεται πως η τοπική πολιτική ηγεσία είτε δεν την αξιολογεί ως σημαντική ή δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική απάντηση. Ωστόσο επιτρέψτε μου να εκτιμήσω πως η δεδομένη οικονομική δυσπραγία δεν είναι το μέγιστο πρόβλημα. Προσωπικά εντοπίζω πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα στο επίπεδο των νοοτροπιών.

Στην Ελλάδα σχεδόν σε κάθε έκφανση του δημόσιου βίου παρατηρούμε μια ιδιότυπη επικράτηση του μερικού έναντι του όλου, του ιδιωτικού συμφέροντος έναντι του συλλογικού. Κι επειδή αυτό ακούγεται ενδεχομένως αρκετά φιλοσοφικό δίνω ορισμένα παραδείγματα για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που εννοώ. Κατά την βραδινή μου έξοδο θα παρκάρω το αυτοκίνητο μου πάνω στον πεζόδρομο/πεζοδρόμιο για να είμαι δίπλα στην καφετέρια της αρεσκείας μου αδιαφορώντας αν εμποδίζω την διέλευσή σου. Θα καπνίζω όσα τσιγάρα γουστάρω στο χώρο εστίασης όπου βρίσκομαι αδιαφορώντας αν εκτός από τη δική μου υγεία βλάπτω και τη δική σου. Θα “ξεχάσω” να σου δώσω απόδειξη για το ΦΠΑ που εισπράττω αλλά ταυτόχρονα έχω και το παράπονο ότι “σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχει κράτος”. Ο κατάλογος αυτός θα μπορούσε να γεμίσει με πληθώρα άλλων παραδειγμάτων...
Αν με έχει διδάξει κάτι η Σουηδία είναι ότι για να ευημερεί μια κοινωνία θα πρέπει οι πολίτες της να είναι ικανοί να δουν το προσωπικό τους συμφέρον μέσα από το συλλογικό. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι οι Σουηδοί είναι “τέρατα” αλτρουϊσμού. Παρόλα αυτά πολλοί δέχονται αδήριτα να πληρώνουν μεγάλο φόρο γιατί κατανοούν ότι αυτό συμβάλλει στην ευημερία όλης της κοινωνίας και στην παροχή καλών κοινωνικών υπηρεσιών για τους ίδιους.

Ποιο είναι λοιπόν το μέλλον που μας περιμένει; Δυστυχώς δεν το ξέρω. Αν και πάντα προσπαθώ να είμαι αισιόδοξος κάτι τέτοιο είναι δύσκολο. Συζητώντας την κατάσταση στην Ελλάδα με μια συνομήλική μου στο τέλος αναφώνησε: “δεν θα αλλάξω εγώ τη χώρα”. Πράγματι ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη αλλά από την άλλη η παραίτηση είναι αδιέξοδη. Και σίγουρα αν δεν απαλλαχτούμε από τις νοοτροπίες που μας οδήγησαν στην κρίση είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγουμε από αυτή. Θα κλείσω λοιπόν με μια ρήση του Γκαντι: “Γίνε εσύ η αλλαγή που θες να δεις στον κόσμο”.