Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Τι μας έμαθε η κρίση για την Ελλάδα;

Η παρούσα έκθεση γράφτηκε για το διαγωνισμό με θέμα “Τι μας έμαθε η κρίση για την Ελλάδα;” που διοργανώθηκε από την εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”. Σήμερα την καταθέτω στο δημόσιο διάλογο. Τα σχόλια ευπρόσδεκτα.

Όταν διάβασα για πρώτη φορά το θέμα της “Έκθεσης Ιδεών” η απάντηση που μου ήρθε στο μυαλό αυθόρμητα ήταν: “Τίποτα”! Πράγματι αν κάποιος κάνει μια βόλτα στους δρόμους οποιασδήποτε πόλης θα συναντήσει πληθώρα συμπολιτών μας οι οποίοι υποστηρίζουν πως η κατάσταση που έχει περιέλθει η χώρα μας είναι προϊόν αποκλειστικά κάποιου εξώθεν σχεδίου που ως τελικό σκοπό είχε την καταστροφή της ή την οικονομική της υποδούλωση. Ακόμα κι αν τέτοια σενάρια περιέχουν ορισμένες δόσεις αλήθειας στον βαθμό που το καπιταλιστικό σύστημα που έχει επικρατήσει στον πλανήτη μας έχει στο κέντρο του την κερδοσκοπία που συχνά είναι ανήθικη, καταλήγουν να διαμορφώνουν μια πρόταση που ταιριάζει σε ένα ιδιότυπο συλλογικό σύνδρομο καταδίωξης: για τα δεινά που μας έχουν βρει φταίνε οι “άλλοι” που επιβουλεύονται το κακό μας κι όχι εμείς. Δυστυχώς αυτή η θεώρηση δεν μπορεί να είναι διδακτική και επομένως χρήσιμη για εξαγωγή εποικοδομητικών συμπερασμάτων γιατί αφαιρεί από τους ανθρώπους ως πολιτικά υποκείμενα την ευθύνη που φέρουν για την εξέλιξη της χώρας. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να διευκρινίσω πως θεωρώ την ανάληψη ευθύνης ως ένα κρίσιμο βήμα όχι για να οδηγηθούμε σε μια αποτελεσματική αυτοτιμωρία αλλά ως απαραίτητη προϋπόθεση για μια ψύχραιμη εκτίμηση των λαθών και νοσηρών καταστάσεων που μας έφεραν στο τέλμα που βιώνουμε έτσι ώστε να μην επαναληφθούν. Έχοντας θέσει αυτό το πλαίσιο θα επιχειρήσω ακολούθως να περιγράψω προσωπικά μαθήματα που αποκόμισα από την κρίση, με την ελπίδα πως αυτά αποτελούν απόψεις ενός ευρύτερου συνόλου.
Την τελευταία εξαετία η Ελλάδα διέρχεται μέσα από μια πρωτόγνωρη κρίση η οποία προβάλλεται ως επί το πλείστον οικονομική ενώ είναι πρωτίστως κρίση θεσμών και αξιών. Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για το ποια είναι τα διδάγματα που αποκομίσαμε αλλά σε αυτή την έκθεση θα περιοριστώ σε τρία που θεωρώ πιο σημαντικά: α) στη μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα, β) στη θεμελίωση μιας ισχυρής εκπαίδευσης ιδίως τριτοβάθμιας και γ) στην οικοδόμηση ενός εξωστρεφούς παραγωγικού μοντέλου. Ας εξετάσουμε αναλυτικότερα αυτά τα αντικείμενα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση ο δημόσιος τομέας χρησιμοποιήθηκε ως ένας χώρος για την εξυπηρέτησης πάσης φύσεως πελατειακής σχέσης. Επιπλέον η πλειοψηφία όσων επιδίωκαν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι ονειρεύονταν μια θέση για “να βολευτούν”, όχι για να σταδιοδρομήσουν. Τέτοιες αντιλήψεις και νοοτροπίες οδήγησαν στη διόγκωση του Δημοσίου και στη δημιουργία ενός μηχανισμού αναποτελεσματικού, που παρέχει υπηρεσίες χαμηλού επιπέδου στους πολίτες. Προφανώς πλέον χρειαζόμαστε ένα δημόσιο τομέα ο οποίος θα διέπεται από αξιοκρατία, δίνοντας την ευκαιρία σε καταρτισμένους λειτουργούς να εξελιχθούν και ανελιχθούν στην ιεραρχία με κύριο κριτήριο το έργο τους. Παράλληλα θα πρέπει να αναπτυχθούν διαδικασίες λογοδοσίας έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και να απομονώνονται περιστατικά διαφθοράς. Με αυτό τον τρόπο θα τεθούν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός οργανισμού που θα εξυπηρετεί, δεν θα ταλαιπωρεί τους πολίτες, απελευθερώνοντας έτσι δημιουργικές δυνάμεις που μπορούν να γίνουν φορείς μιας βιώσιμης ανάπτυξης. Που όμως πρέπει να βασίζεται η ανάπτυξη που όλοι επικαλούνται;
Δεδομένου ότι ζούμε σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία όπου η παραγωγή γνώσης αυξάνεται κάθε χρόνο με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και της ιδιομορφίας της Ελλάδας ότι δηλαδή δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική με μεγάλο όγκο παραγωγής ή φτηνά εργατικά χέρια, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως η μόνη κατεύθυνση που μπορεί να συμβάλει στην ανόρθωση της χώρας είναι η επένδυση στη γνώση. Βασικός πυλώνας σε αυτή την προσπάθεια είναι τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ τα οποία είναι ανάγκη να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους στην κοινωνία. Η λειτουργία τους ως πάροχοι γνώσεων αμιγώς ακαδημαϊκής φύσεως δεν είναι κατάλληλη για την διαμόρφωση πτυχιούχων οι οποίοι μπορούν να ανταπεξέλθουν επαρκώς στις ανάγκες της αγοράς. Παράλληλα το καθεστώς υποχρηματοδότησης που έχουν περιέλθει καθιστά επιτακτική τη σύναψή συνεργασιών με ιδιωτικούς φορείς για την προσέλκυση επιπρόσθετων πόρων. Ασφαλώς σε αυτή τη συνδιαλλαγή το ζητούμενο θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων που ως παράγωγα έρευνας υψηλού επιπέδου επιτρέπουν την καταξίωση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και δίνουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις που τα παράγουν. Μια τέτοια σύνδεση πανεπιστημίων και επιχειρήσεων θα επιτρέψει στις τελευταίες να είναι βιώσιμες σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον.
Είναι πασιφανές από της συνέπειες της κρίσης πως το οικονομικό μοντέλο που ήθελε τον ιδιωτικό τομέα να είναι ή κρατικοδίαιτος είτε να βασίζεται στην εσωτερική κατανάλωση έχει φτάσει στα όριά του και οδηγεί σε αδιέξοδο. Επομένως η χώρα έχει ανάγκη από ένα εξωστρεφή ιδιωτικό τομέα ο οποίος αφοσιωμένος στην παραγωγή προϊόντων με υψηλή προστιθέμενη αξία, μοναδικά για την ποιότητά τους θα στέκεται επάξια στις διεθνείς αγορές και θα αποτελεί πηγή πολύτιμου ξένου συναλλάγματος. Αυτή η κατεύθυνση είναι μονόδρομος για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας ώστε να συρρικνωθεί η μάστιγα της ανεργίας και να υποστηριχθεί το κοινωνικό κράτος που τα τελευταία χρόνια έχει υποχωρήσει. Επιπλέον αυτή η προοπτική αποτελεί τη μόνη αξιόπιστη λύση για να αντιμετωπιστεί το κύμα φυγής επιστημονικού προσωπικού από την Ελλάδα καθώς για την επιβίωση μιας επιχείρησης που αναπτύσσει διεθνώς εμπορεύσιμη δραστηριότητα είναι αναγκαία η απασχόληση στελεχών με υψηλή κατάρτιση και πληθώρα δεξιοτήτων. Συμπεραίνουμε πως αυτός ο προσανατολισμός είναι απαραίτητος για το μέλλον της Ελλάδας αφού η χώρα δεν γίνεται να προοδεύσει έχοντας χάσει τα καλύτερα “μυαλά” της.
Κλείνοντας θεωρώ ύψιστης σημασίας την έμπρακτη εμπέδωση του αισθήματος της ισότητας απέναντι στο Νόμο καθώς και την ταχύτερη απόδοση δικαιοσύνης στα δικαστήρια. Ασφαλώς τα διδάγματα που προσφέρει η κρίση είναι πολλά και ξεφεύγουν από τα όρια αυτής της έκθεσης. Το σίγουρο είναι πως στη χώρα μας θα πρέπει να οικοδομηθεί μια ευρεία σύνεση και συνεργασία για το πως την οραματιζόμαστε σε βάθος χρόνου, ένα κοινωνικό συμβόλαιο αν θέλετε, και βέβαια να καταβληθεί από τους Έλληνες σκληρή δουλειά για να υλοποιηθεί αυτό το συλλογικό όραμα. Έχοντας συνειδητοποιήσει πως οι ξενόφερτες συνταγές και δόγματα μπορούν να είναι βλαπτικά για την κοινωνική συνοχή γίνεται πασιφανές πως η μόνη διέξοδος για ένα καλύτερο μέλλον θα είναι αυτή που θα ανοίξουμε εμείς, με τον κόπο μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου